摘要 |
Προσδιορίσθηκαν τα επίπεδα αυτοαντισωμάτων IgG και IgM κατά της φωσφορυλχολίνης σε άτομα με υπέρταση (διαστολική πίεση > 95 mmHg) κατά τον αρχικό χρόνο ώστε να προσδιορισθεί η σημασία των αντισωμάτων για την ανάπτυξη αθηροσκληρώσεως. Τα αποτελέσματα υποδεικνύουν ότι η αύξηση του πάχους του έσω-ενδιάμεσου χιτώνα (ΙΜΤ) κατά την επανεξέταση τέσσερα έτη μετά τον αρχικό χρόνο ήταν σημαντικά λιγότερο εμφανής σε άτομα με υψηλό τίτλο αυτοαντισωμάτων, ιδιαίτερα αυτοαντισωμάτων IgM, κατά της φωσφορυλχολίνης. Συνεπώς η παρουσία ή η απουσία αυτοαντισωμάτων, ιδιαίτερα αυτοαντισωμάτων IgM, κατά της φωσφορυλχολίνης σχετίζεται με έναν αυξημένο ή μειωμένο κίνδυνο αναπτύξεως ισχαιμικών καρδιαγγειακών νόσων. Στην παρούσα εφεύρεση προτείνεται μία μέθοδος προσδιορισμού αντισωμάτων, ιδιαίτερα αντισωμάτων IgM, κατά της φωσφορυλχολίνης, για τον εντοπισμό ατόμων τα οποία κινδυνεύουν να αναπτύξουν ισχαιμικές καρδιαγγειακές νόσους. Πειράματα σε ζώα υποδεικνύουν ότι μπορούν να ανιχνευθούν μέτρια έως υψηλά επίπεδα αντισωμάτων, ιδιαίτερα αντισωμάτων IgM, στο πλάσμα μετά από ενεργό ανοσοποίηση με ένα συζυγές αιμοκυανίνης λεπάδας (KLH)-φωσφορυλχολίνης. Προτείνεται μία φαρμακευτική σύνθεση περιλαμβάνουσα ένα συζυγές φωσφορυλχολίνης (ενεργή ανοσοποίηση) ή ένα παρασκεύασμα αντισωμάτων, για παράδειγμα ένα μονοκλωνικό αντίσωμα, με επιλεκτικότητα προς ένα συζυγές φωσφορυλχολίνης (παθητική ανοσοποίηση) και η χρήση αυτών των συνθέσεων ως ενεργών ή παθητικών ανοσογόνων είναι η αγωγή ή η πρόληψη της αθηροσκληρώσεως. |